Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2014

Ο Ανδρέας όπως τον θυμάμαι


Του Νίκου Ε. Σκουλά, τ. Υπουργού,
τ.  Γραμματέα του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΚ

Συμπληρώθηκαν 18 χρόνια χωρίς τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον άνθρωπο, τον ηγέτη που σημάδεψε καταλυτικά την ιστορία της Ελλάδος κατά την τελευταία πεντηκονταετία.
Δεν μίλησα και δεν έγραψα τίποτα για ό,τι βίωσα και ό,τι παρατήρησα κατά τη θητεία μου κοντά του, περισσότερο στο ΠΑΚ κατά την περίοδο της δικτατορίας και λιγότερο στο ΠΑΣΟΚ και στην Κυβέρνηση. Προτίμησα την υποδιάκριση από φόβο μην παρεξηγηθούν οι προθέσεις μου. Ο ρόλος μου, εξάλλου, δεν ήταν δα και τόσο σημαντικός. Δεν παρήγαγα πολιτική. Ήμουν απλά ένα εκτελεστικό στέλεχος σε μια περίοδο που ο αγώνας είχε ανάγκη από μάνατζερς  με πολιτικές, όμως, και κοινωνικές ανησυχίες.

Τελικά όμως πείσθηκα να καταθέσω μερικά από όσα θυμάμαι για το πολιτικό και ανθρώπινο φαινόμενο «Ανδρέας», για τρεις λόγους: α) Πολλοί τον επικαλούνται «δι ίδιον όφελος», σφετεριζόμενοι αγώνες που δεν έκαμαν, διασπείροντας ανακρίβειες. β) Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφεί ό,τι θυμόμαστε για να συμπληρωθεί το πορτραίτο του μεγάλου αυτού ανδρός. Εξάλλου, δεν είμαστε πια νέοι και ποιος ξέρει τι μπορεί να συμβεί και γ) Σ’ αυτές τις κρίσιμες ώρες που διανύουμε ως χώρα και ως λαός, δεν θα μας έβλαπτε να ανακαλέσουμε στη μνήμη κάποιες αρχές και κάποιες αξίες για τις οποίες πολλοί αγωνίστηκαν αλλά αρκετοί δυστυχώς εξαργύρωσαν και πρόδωσαν πράγμα που μας οδήγησε στην άχαρη θέση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα.
Εξ αρχής, δηλώνω ότι δεν είμαι, πως θα το μπορούσα άλλωστε να είμαι αντικειμενικός για τον Ανδρέα. Σημάδεψε τη ζωή μου και τη ζωή πολλών άλλων φίλων και συντρόφων. Για μένα υπήρξε φίλος, δάσκαλος, ευεργέτης και πρότυπο που προσπάθησα αλλά δεν κατάφερα να μιμηθώ.

Η πρώτη μας επαφή συμπίπτει με την αποφυλάκισή του από τη χούντα. Στις 22 Απριλίου του ’67, μια ομάδα εργατών και φοιτητών και λίγοι μικροεπιχειρηματίες από όλες τις πολιτικές παρατάξεις ιδρύσαμε την «Επιτροπή για την Αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα» στο Τορόντο του Καναδά και, αμέσως μετά, μια άλλη Επιτροπή από κορυφαίους γηγενείς Καναδούς “Canadians for a Free Greece”. Οι επώνυμοι μεγαλοσχήμονες δεν προσήλθαν γιατί είχαν κάτι να χάσουν.
Ως τότε δεν είχαμε επαφή μαζί του. Είχαμε όμως βαθιά επηρεαστεί ιδεολογικά και εμπνευσθεί από την πολιτική του σκέψη και δράση. Ενώσαμε τις φωνές μας με την παγκόσμια ακαδημαϊκή κοινότητα για την απελευθέρωσή του, όπερ και έγινε. Μόλις ίδρυσε το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), ενταχθήκαμε σ’ αυτό χωρίς δεύτερη σκέψη. Ακολούθησε η εγκατάστασή του, με τη Μαργαρίτα, τη μητέρα του Κυρία Σοφία και τα τέσσερα παιδιά στο Τορόντο που ταυτόχρονα έγινε και το Αρχηγείο του ΠΑΚ.

Εδώ αρχίζει η σκληρή αλλά ωραία περιπέτεια κοντά στον Αντρέα που ανέτρεψε τα πάντα στη ζωή μας αλλά και μας εμπλούτισε και έδωσε ξεχωριστό νόημα στην ύπαρξή μας.
Πώς τον είδα σ’ αυτή τη διαδρομή; Μια μεγάλη διάνοια που απέπνεε ακαταμάχητη γοητεία αλλά και αφοπλιστική απλότητα. Τον έβλεπα να επικοινωνεί επί ίσοις όροις με αρχηγούς Κυβερνήσεων κορυφαίους της διανόησης, όσο και με τους απλούς ανθρώπους, τους εργάτες και τους φοιτητές που πλαισίωναν το Κίνημα προσφέροντας διοικητική υποστήριξη και πολιτική δουλειά και τον συνόδευαν ως γραμματείς και φρουροί στα ασταμάτητα ταξίδια  του ανά τον κόσμο. Απέδιδε σ’ όλους εμάς, απροσποίητο σεβασμό και μας φερόταν σαν να είμασταν μέλη της οικογένειάς του.

Με αναλυτική και κριτική σκέψη που μας άφηνε άφωνους, ήταν εξαιρετικά διορατικός. Σκεφτόταν και δρούσε με ορίζοντα δεκαετιών.Τρυφερός και οικείος στις κοινωνικές του επαφές και στα μέλη της οργάνωσης, αλλά και απόλυτα σκληρός και ανυποχώρητος σε θέματα αρχών και προτεραιοτήτων του αγώνα.
Αναφέρω, σαν χαρακτηριστικά παραδείγματα, τρία περιστατικά που επιβεβαιώνουν αυτόν τον Αντρέα:

1. Μετά την ανακοίνωση της ίδρυσης του ΠΑΚ και τη δημοσίευση του Καταστατικού του Χάρτη που προσδιόριζε τον απελευθερωτικό του χαρακτήρα με πολύ ριζοσπαστικές προοδευτικές αρχές για την εποχή, ήρθε η αναμενόμενη αντίδραση από τα στελέχη της Ένωσης Κέντρου που θεωρώντας τον ως τον φυσικό αρχηγό της, τον προσκάλεσαν σε συνδιάσκεψη με τον όρο να υιοθετήσει τη γνωστή συντηρητική πλατφόρμα της. Αρνήθηκε και κατήγγειλε τη μεθόδευση. Από την πλευρά τους, τον κατήγγειλαν και εκείνοι ως «εξωπραγματικά και ριψοκίνδυνα επαναστατικό». Κάποιοι μάλιστα απ’ αυτούς, πρότειναν και συνεργασία με τον έκπτωτο Κωνσταντίνο. Φυσικά, συνέχισε χωρίς αυτούς.
 2. Καταμεσίς της δικατατορίας, έγινε προσπάθεια συγκρότησης ενός «Εθνικού Συμβουλίου Αντιστάσεως» με αρχική συμμετοχή του ΠΑΚ και του Πατριωτικού Μετώπου (ΠΑΜ). Έγινε συνάντηση στο Παρίσι, με φροντίδα της Αμαλίας Φλέμινγκ στο σπίτι του Μιχάλη Κακογιάννη. Από το ΠΑΜ, ο Μίκης Θεοδωράκης ως Πρόεδρος, μαζί με τον αείμνηστο Αντώνη Μπριλάκη που θα θυμάμαι πάντα ως ένα σπουδαίο Έλληνα, αγωνιστή της αριστεράς και τον Φίλιππο Ηλιού, σημαντικό νέο διανοούμενο της Αριστεράς. Από την πλευρά του ΠΑΚ, ο Ανδρέας, ο Γιώργος Γιαννόπουλος και εγώ.

Ο Ανδρέας ζήτησε να προηγηθεί προγραμματική συμφωνία για τους στόχους του αγώνα για τη μεταχουντική εποχή που θα δεσμεύουν τους συμμετέχοντες μπροστά στον Ελληνικό λαό. Ο Μίκης αντέτεινε ότι δεν χρειάζονται όλα αυτά και ότι και μόνον η παρουσία των δυο ηγετών (Ανδρέα και Μίκη) θα αρκούσε για να ξεσηκωθεί ο λαός. Ο Ανδρέας επέμεινε ότι προϋπόθεση ήταν μια δημόσια, δεσμευτική προγραμματική συμφωνία μια και ο λαός δεν εμπιστευόταν πια τους πολιτικούς. Η έκβαση της συζήτησης ήταν απογοητευτική. Ο Ανδρέας, σε ένα ασυνήθιστο ξέσπασμα (βλαστημώντας μάλιστα, πράγμα πρωτόγνωρο για κείνον) έκλεισε τη συζήτηση με την εξής φράση: «Αυτό το όραμα μωρέ θα δώσετε στη νεολαία για να πάει να σκοτωθεί;»
3. Μετά την προδοσία στο Κυπριακό και την κατάρρευση της χούντας,  όταν ανακοινώθηκε η πρόσκληση στον Κωνσταντίνο Καραμανλή να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, κρίθηκε ότι ο Ανδρέας δεν έπρεπε να επιστρέψει αμέσως στην Ελλάδα αλλά να περιμένει λίγες μέρες έως ότου διευκρινιστεί τι κρυβόταν πίσω απ’ αυτή την εξέλιξη. Μου ζήτησε να φύγω για το Μόναχο για να συναντήσω τους άλλους συντρόφους του ΠΑΚ της Ευρώπης και της Β. Αμερικής και μαζί να διαμορφώσουμε ένα Προσχέδιο Πολιτικής Οργάνωσης Επιφάνειας (που αργότερα ονομάσαμε ΠΑΣΟΚ), με τον απαράβατο όρο ότι αυτό θα περιέχει και θα κατοχυρώνει όλες τις αρχές για τις οποίες άνθρωποι αγωνίστηκαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν ή και έδωσαν τη ζωή τους.

Όταν φέραμε το Προσχέδιο στην Αθήνα, υπήρξαν αντιρρήσεις από πολλά κεντρογενή στελέχη του ΠΑΚ Εσωτερικού που βρήκαν τις καταστατικές αρχές εξαιρετικά ακραίες που θα απέτρεπαν τους ψηφοφόρους από το να στηρίξουν το νέο Κίνημα στις επερχόμενες εκλογές με συνέπεια να μην εκλεγούν οι ίδιοι. Κατά τις εβδομάδες που ακολούθησαν, σε μια αίθουσα του ξενοδοχείου «Καστρί» οριστικοποιήθηκε το Καταστατικό του ΠΑΣΟΚ (η γνωστή Διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη) από μια ομάδα στελεχών, με ενεργό συμμετοχή της Νεολαίας του ΠΑΚ Εσωτερικού (γνωστής ως «Παναρμόνια»). Μια μέρα πριν την εξαγγελία, οι αντιδράσεις οξύνθηκαν. Τότε ο Ανδρέας έδειξε το μεγαλείο του, λέγοντας: «Προχωρώ μόνος και όποιος θέλει ας ακολουθήσει». Και προχώρησε. Πήρε μόνον το 13% της λαϊκής ψήφου αλλά η συνέχεια των δικαίωσε.
Με σεβασμό στον περιορισμένο χώρο αυτού του αφιερώματος, επιχειρώ μια μικρή αναφορά στον ανθρώπινο Ανδρέα με ένα, όχι μεμονωμένο αλλά χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ο Γιάννης Μπέζος ήταν ένας εργάτης σε εργοστάσιο που δούλευε ολοήμερα για να θρέψει την πενταμελή του οικογένεια. Τα βράδια κολλούσε γραμματόσημα στα γραφεία του ΠΑΚ, έκανε παραγγελιές ή μοίραζε την εφημερίδα μας «Νέος Κόσμος». Μια Παρασκευή βράδυ που συλλέγαμε πάλι χρήματα για να βοηθήσουμε, αυτή τη φορά, την απόδραση του Αλέκου Παναγούλη, κατέφθασε ο Γιάννης για να καταθέσει το βδομαδιάτικό του των 67,50 δολλαρίων με οπισθογραφημένη την επιταγή στο ΠΑΚ. Συγκινημένος και αμήχανος, τον επέπληξα στοργικά αλλά άκομψα λέγοντάς του: «Τί είναι αυτά μωρέ; Πώς θα ταΐσεις τα παιδιά σου;» ξεστομίζοντας και μια προσβλητική φράση. Ο Γιάννης όρθωσε το μικρό του ανάστημα (ήταν πιο κοντός και από μένα) και μας μας καθήλωσε λέγοντας: «Αυτό το κάνω κ. Σκουλά για να μην μπορεί κανείς να μου λέει τι θα κάνω. Αυτό ισχύει και για σας».

Η Αγγέλα είχε παραγγελία από τον Πρόεδρο, όταν ο Γιάννης (αλλά και άλλοι σύντροφοι) ερχόταν στην Ελλάδα, να τον ενημερώνει. Σε μια περίπτωση, διέκοψε την Κυβερνητική Επιτροπή για να συναντήσει τον Γιάννη στην πόρτα και να τον προσκαλέσει σε δείπνο το ίδιο βράδυ. Αυτός ήταν ο Ανδρέας.
Μια τελευταία ανάμνηση που δεν είναι άσχετη με τοτον χαρακτήρα του Ανδρέα Παπανδρέου. Μας έλεγε συχνά ο Ανδρέας: «Δημοκρατία δεν είναι να ψηφίζεις κάθε τέσσερα χρόνια. Είναι η από μέρα σε μέρα ενεργός συμμετοχή του πολίτη στα κοινά, που πρέπει να είναι ενήμερος, να κρίνει, να αμφισβητεί, να ελέγχει την εξουσία, να προτείνει και να δρα για το κοινό καλό». Αν είχε υιοθετηθεί στην πράξη αυτή του η προτροπή, ίσως δεν θα φτάναμε στη σημερινή κρίση που είναι όχι μόνον οικονομική, πολιτική και κοινωνική αλλά και κυρίως αξιακή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου